Η ελληνική κυβέρνηση και οι εκπρόσωποι των δανειστών της χώρας βρίσκονται σε μια ατέρμονη συνδιαλλαγή για τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν, με στόχο -όπως υποστηρίζουν αμφότεροι- να βγει επιτέλους η Ελλάδα από τον φαύλο κύκλο της ύφεσης της οικονομίας και της κοινωνικής δυσλειτουργίας.
Δυστυχώς, τα μέτρα που έχουν μπει στο τραπέζι του διαλόγου δεν προάγουν τον σκοπό της επαναφοράς της χώρας στο δρόμο της ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής, καθώς βρίσκονται προς την κατεύθυνση της πρόσκαιρης επίλυσης των προβλημάτων και εστιάζονται στην περικοπή κοινωνικών δαπανών και στην αύξηση των δημοσίων εσόδων.
Αυτό, όμως, δεν είναι το ζητούμενο. Η Ελλάδα δεν πρέπει να αρκεστεί σε μια πρόσκαιρη επίλυση του δημοσιονομικού της προβλήματος, ούτε να πετύχει μια ασθενική ανάπτυξη που θα στηρίζεται σε συγκυριακούς παράγοντες.
Το ζητούμενο είναι να αλλάξουμε τα δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας, ώστε να μπορέσει να αναπτυχθεί με ταχείς ρυθμούς, στηριζόμενη αυτή τη φορά σε υγιείς και σταθερές βάσεις.
Η σταθερή αύξηση του παραγόμενου εθνικού προϊόντος είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να μειωθεί το χρέος της χώρας σε βάθος χρόνου. Είναι κυρίως ο μοναδικός τρόπος για να καταστεί δυνατή η αποκατάσταση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών.
Το κρίσιμο στοίχημα για τη χώρα είναι η αύξηση του εθνικού πλούτου, με κινητήριο δύναμη τον ιδιωτικό τομέα. Με την προσέλκυση επενδύσεων, που δημιουργούν βιώσιμες και υψηλής αξίας θέσεις εργασίας.
Μια προσέγγιση που ενεργοποιεί τις δυνάμεις της οικονομίας, αντί να δημιουργεί νέες εξαρτήσεις από το κράτος.
Η εφαρμογή μιας τέτοιας προσέγγισης θα πρέπει βεβαίως να συνοδευτεί και από τη διαμόρφωση ενός κατάλληλου επενδυτικού περιβάλλοντος
Υπάρχουν, όμως, μια σειρά από θέματα που λειτουργούν ως κριτήρια επενδυτικών αποφάσεων. Θέματα που δυστυχώς στην Ελλάδα παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άλυτα, όπως αυτό της φορολογίας.
Δεν μπορεί την ίδια στιγμή που αναδεικνύουμε ως υπέρτατο στόχο την κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων, να επιβάλλονται φορολογικά μέτρα που τρέπουν σε φυγή κάθε σοβαρό επενδυτή. Αυτή η αντιφατική λογική – από τη μια να προσκαλούμε επενδυτές και από την άλλη να τους διώχνουμε, μέσω της υψηλής φορολογίας – πρέπει να σταματήσει.
Όσο και αν κάποιοι το αρνούνται, τα μέτρα μείωσης της φορολογίας δεν προτείνονται από τον επιχειρηματικό κόσμο, ως μέτρα μείωσης της συνεισφοράς του στα δημόσια έσοδα. Τα μέτρα αυτά, αντίθετα, θα συνέβαλλαν στην αύξηση των φορολογικών εσόδων από την άνοδο της οικονομικής δραστηριότητας και την αποκατάσταση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων.
Άλλωστε όσο και αν αυξάνεται οι συντελεστές, αν δεν υπάρχουν κέρδη δεν θα υπάρχουν και φορολογικά έσοδα.
Είναι πλέον καιρός να κατανοήσουν και η κυβέρνηση και οι δανειστές ότι για την αύξηση των επενδύσεων αλλά και για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, στην Ελλάδα, είναι αναγκαία μια γενναία μείωση των φορολογικών συντελεστών.
www.real.gr