Η Ελλάδα υστερεί σε ψηφιακές δεξιότητες, όπως προκύπτει από νέα έκθεση του ΟΟΣΑ (OECD Skills Outlook 2019).
Για τη χώρα μας, ο οργανισμός επισημαίνει πως οι πολίτες έχουν ελλιπείς ψηφιακές δεξιότητες και για τον λόγο αυτό τα συστήματα δια βίου μάθησης πρέπει να ενισχυθούν σημαντικά για να διευκολύνουν την αναβάθμιση των ικανοτήτων.
Οι Έλληνες εργαζόμενοι συγκαταλέγονται σε εκείνους που θα συναντήσουν σοβαρές αλλαγές μπροστά τους στον τρόπο που εργάζονται λόγω του ψηφιακού μετασχηματισμού και της ευρύτερης χρήσης της τεχνολογίας.
Αρκετοί εργαζόμενοι στη χώρα μας μπορεί να μην έχουν αποκτήσει, στο μεταξύ, τις απαιτούμενες δεξιότητες προκειμένου να ανταποκριθούν στις νέες προκλήσεις, προειδοποιεί ο ΟΟΣΑ.
Η Ελλάδα, η Τουρκία και η Χιλή αναφέρονται ως τρεις χώρες που υστερούν σημαντικά και έχουν μείνει πολύ πίσω, όσον αφορά τη χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) στην εργασία.
Επιπλέον, η Ελλάδα ανήκει στην ομάδα των χωρών (μαζί με Ιταλία, Τουρκία, Χιλή, Σλοβενία και Ν.Κορέα), που έχουν μεγάλο ποσοστό εργαζομένων σε επαγγέλματα υψηλού κινδύνου για αυτοματοποίηση, άρα και για ανεργία.
Ακόμη, η Ελλάδα αναφέρεται (μαζί με τη Χιλή) ως χώρες στις οποίες όχι μόνο οι εργαζόμενοι, αλλά γενικότερα ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού δεν διαθέτουν βασικές ψηφιακές δεξιότητες, πράγμα που σημαίνει ότι είναι ανάγκη να προωθήσουν μια ευρύτερη πολιτική για την αναβάθμιση των ψηφιακών ικανοτήτων στο σύνολο του πληθυσμού τους.
Αλλά και στο πεδίο του ψηφιακού χάσματος πόλεων-υπαίθρου, π.χ. όσον αφορά την ευρυζωνική πρόσβαση στο διαδίκτυο, η Ελλάδα -μαζί με την Πορτογαλία, τη Χιλή και τη Λιθουανία- αναφέρεται ως χώρα με ανισότητα άνω του 10% αναφορικά με τη συνδεσιμότητα των αστικών και των αγροτικών νοικοκυριών. Όπως επισημαίνει η έκθεση, «τέτοιου είδους ψηφιακός αποκλεισμός είναι πιθανό να επιδεινώσει άλλες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες».
Στον ΟΟΣΑ, ως κύρια αιτία για την έλλειψη πρόσβασης στο Internet, κατά μέσο όρο το 43% των νοικοκυριών αναφέρουν την έλλειψη βασικών ψηφιακών δεξιοτήτων και γνώσεων, όπως πώς να χρησιμοποιούν μια ιστοσελίδα. Στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία, όπου πάνω από το ένα πέμπτο των νοικοκυριών ακόμη δεν έχουν σύνδεση στο διαδίκτυο, άνω του 70% αυτών των μη συνδεδεμένων νοικοκυριών αναφέρουν την έλλειψη γνώσεων ως βασική αιτία που δεν έχουν συνδεθεί στο στο διαδίκτυο.
Τι συμβαίνει στις υπόλοιπες χώρες
Οι κυβερνήσεις πρέπει, επειγόντως, να εντείνουν τις προσπάθειές τους, ώστε να βελτιώσουν την εκπαίδευση και τις άλλες πολιτικές που θα βοηθήσουν τους πολίτες τους να καρπωθούν τα οφέλη του ψηφιακού μετασχηματισμού, κάτι που θα μειώσει τον κίνδυνο να διευρυνθούν οι ανισότητες και να αυξηθεί η ανεργία εξαιτίας της αυτοματοποίησης ολοένα περισσότερων παραγωγικών δραστηριοτήτων και θέσεων εργασίας.
Μόνο λίγες χώρες (Βέλγιο, Δανία, Φινλανδία, Ολλανδία, Νορβηγία, Σουηδία) θεωρούνται ότι έχουν τις αναγκαίες ψηφιακές δεξιότητες και τα κατάλληλα συστήματα εκπαίδευσης και δια βίου μάθησης, που τους επιτρέπουν να αξιοποιήσουν ευρέως και έγκαιρα τις δυνατότητες και προκλήσεις του ψηφιακού κόσμου.
Από την άλλη, πολλές χώρες κρίνονται ότι υστερούν και μένουν πίσω. Ακόμη και χώρες όπως η Ιαπωνία και η Ν.Κορέα, που έχουν μεγάλο ψηφιακό δυναμικό, προτρέπονται από τον ΟΟΣΑ να κάνουν μεγαλύτερες προσπάθειες για να διασφαλίσουν ότι οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι δεν θα χάσουν το «τρένο» της νέας ψηφιακής επανάστασης.
Μεγαλύτερο θεωρείται ότι είναι το πρόβλημα σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Χιλή, η Ιταλία, η Λιθουανία, η Σλοβακία και η Τουρκία, οι οποίες συχνά δεν έχουν τις απαραίτητες δεξιότητες που είναι αναγκαίες για να αναπτυχθούν, ούτε τα κατάλληλα εκπαιδευτικά συστήματα που θα τους επιτρέπουν να αναβαθμίζουν συνεχώς τις δεξιότητες των πολιτών τους.
«Στο σημερινό ταχέως ψηφιοποιούμενο κόσμο», δήλωσε ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ, ‘Ανχελ Γκουρία, ο οποίος παρουσίασε την έκθεση στο Παρίσι, «οι δεξιότητες κάνουν τη διαφορά ανάμεσα στο να οδηγεί κανείς τις εξελίξεις και να δυσκολεύεται να τις ακολουθήσει. Για να βοηθήσουν τους ανθρώπους, οι κυβερνήσεις είναι ανάγκη να βρουν τη σωστή ισορροπία ανάμεσα σε πολιτικές που ενισχύουν την ευελιξία, την κινητικότητα των εργαζομένων και τη σταθερότητα των θέσεων εργασίας. Οι επιχειρήσεις επίσης έχουν να παίξουν ρόλο-κλειδί στο να εξασφαλίσουν ότι οι εργαζόμενοι θα αναβαθμίζουν τις δεξιότητες και θα αποκτούν καινούριες, προσαρμοζόμενοι στις μεταβαλλόμενες απαιτήσεις της αγοράς εργασίας, πράγμα που θα διασφαλίσει ότι η σημερινή τεχνολογική επανάσταση θα βελτιώσει τις ζωές όλων».
Η έκθεση θεωρεί κρίσιμης σημασίας τα παραδοσιακά εκπαιδευτικά συστήματα να εξελιχθούν σε συστήματα δια βίου μάθησης και οι ενήλικες να επανεκπαιδεύονται στη διάρκεια όλης της καριέρας τους. Όμως σήμερα στις χώρες του ΟΟΣΑ η επανεκπαίδευση των ενηλίκων με χαμηλές δεξιότητες (των κατ’ εξοχήν ευάλωτων στις τεχνολογικές αλλαγές) παραμένει 40% μικρότερη από εκείνη των εργαζομένων με ήδη υψηλές δεξιότητες. Ο ΟΟΣΑ τονίζει ότι είναι ζωτικό να καταπολεμηθεί η έλλειψη κινήτρων, η οποία φαίνεται να εμποδίζει πολλούς ενήλικες με χαμηλές ψηφιακές δεξιότητες από το να κάτσουν ξανά στα θρανία.
Ο Οργανισμός εκτιμά ότι οι εργαζόμενοι σε περισσότερα από τα μισά επαγγέλματα (το 54%) που θεωρούνται υψηλού κινδύνου για αυτοματοποίηση, θα χρειαστούν είτε μέτρια (λιγότερο από ένα έτος), είτε εντατική επανεκπαίδευση (πάνω από ένα έτος) για να μπορέσουν να διατηρήσουν τη δουλειά τους ή να βρουν ακόμη καλύτερη και ασφαλέστερη. Μόνο έτσι, τονίζει η έκθεση, οι εργαζόμενοι θα μπορέσουν να αποφύγουν την αντικατάσταση τους με πιο ικανούς εργαζόμενους ή -χάρη στις νέες ψηφιακές δεξιότητες τους- να μετακινηθούν σε άλλες πιο ποιοτικές θέσεις εργασίας.