Μεγάλες επιβαρύνσεις για όλους τους Έλληνες που έχουν αυτοκίνητο, για τα νοικοκυριά που χρησιμοποιούν πετρέλαιο αλλά και σημαντικές αυξήσεις στο κόστος λειτουργίας των βιομηχανιών, που θα φέρει ανατιμήσεις σε προϊόντα, θα προκαλέσει η αύξηση φόρου στις τιμές των καυσίμων. Παρά το γεγονός ότι όλα είναι σενάρια που έχουν πέσει στο τραπέζι με τους δανειστές, η πρόταση για αύξηση του ΕΦΚ στα καύσιμα φέρεται να ανήκει στην ελληνική κυβέρνηση, γεγονός που σημαίνει ότι έχει πολλές πιθανότητες να εφαρμοστεί.
Μεγάλοι χαμένοι θα είναι και χιλιάδες ιδιοκτήτες πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων που επέλεξαν συγκεκριμένους κινητήρες (αν και με υψηλότερη αξία) προκειμένου να επωφεληθούν από τη χαμηλή τιμή του πετρελαίου.
Από τις πρώτες εκτιμήσεις η αύξηση στο ειδικό φόρο κατανάλωσης θα φτάσει τα 10 λεπτά και στην περίπτωση αυτή η τελική τιμή της αμόλυβδης θα εκτοξευθεί στα 1,477 ευρώ από 1,347 σήμερα – αύξηση 13 ολόκληρων λεπτών του ευρώ. Σε κάποιες περιοχές η τιμή της βενζίνης θα εκτοξευτεί ακόμη και πάνω από το 1,50 ευρώ το λίτρο. Για το πετρέλαιο κίνησης η τιμή θα εξαρτηθεί ανάλογα με το σενάριο αύξησης του ΕΦΚ που θα επιλεγεί.
Εάν αυξηθεί κατά 10 σεντς τότε το πετρέλαιο κίνησης (από 0,89 έως 1,05 που τιμάται σήμερα) θα κυμαίνεται με βάση τις σημερινές τιμές στην Αττική από το 1 έως το 1,17 ευρώ το λίτρο. Εάν όμως επιλεγεί η λύση της εξομοίωσης του ΕΦΚ του πετρελαίου κίνησης με τη βενζίνη τότε η τιμή αναμένεται να εκτιναχθεί πάνω από το 1,4 ευρώ το λίτρο. Η επιβάρυνση θα είναι σημαντική και θα καταστήσει και τα πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα ασύμφορα, ωστόσο, στην παγίδα θα έχουν πέσει χιλιάδες ήδη αγοραστές τέτοιων αυτοκινήτων.
Όπως αναφέρει το σενάριο, γίνεται λόγος για αύξηση των τιμών στα καύσιμα κίνησης με μείωση των τελών κυκλοφορίας για το 2016 έως 50% (πολύ αμφιβάλλουμε ότι θα ισχύσει κάτι τέτοιο) και στην λογική της μεταφοράς του κόστους στην χρήση που λέγαμε.
Εν μέρει… σωστό θα μπορούσε να πει κανείς, εφόσον δεν γνώριζε ότι ήδη τα καύσιμα είναι «καπελωμένα» με φόρους που φθάνουν και το 70% της τιμής ανά λίτρο.
Και μπορεί σε κάποιον μια αύξηση της τάξης των 10 λεπτών ανα λίτρο να μην θεωρείτε και τόσο σημαντική για όλη αυτή την αναστάτωση, σκεφτείτε τι έχει να γίνει εάν οι διεθνείς τιμές του μαύρου χρυσού ξαναπάρουν την ανηφόρα; Σκεφτείτε επίσης πώς αυτή η νέα επιβάρυνση θα λειτουργήσει συσσωρευτικά στην φοροκαταιγίδα που έρχεται (φόρος εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ).
Σκεφτείτε ότι επιβαρυνόμαστε και με το απαράδεκτο 23% για τον ΦΠΑ. Τέλος, σκεφτείτε ότι από όλα αυτά τα χρήματα, ελάχιστα (για να μην είμαστε μηδενιστές) επιστρέφονται στην κοινωνία, σε εμάς δηλαδή, ως υπηρεσίες του κράτους. Πηγαίνουν στις μαύρες τρύπες του προϋπολογισμού, αλλά και στην συντήρηση ενός απαρχαιωμένο δημόσιου μηχανισμού που προσφέρει μηδαμινά στην κοινωνία σε σχέση με αυτά που εισπράττει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε ένα λίτρο βενζίνης, ο ειδικός φόρος από τα 67 λεπτά που είναι σήμερα, θα φτάσει στα 71 λεπτά ενώ στο πετρέλαιο κίνησης από τα 33 λεπτά θα ανέβει στα 35 λεπτά. Δηλαδή 7 στα 10 ευρώ που πληρώνουμε για καύσιμα πάει σε φόρους.
Αυτομάτως θα δημιουργούνταν θέμα με τη φορολόγηση του πετρελαίου θέρμανσης (σ.σ τόσο μεγάλη διαφορά φόρου θα αναζωπύρωνε το κίνητρο για τον αποχρωματισμό του πετρελαίου θέρμανσης) αλλά και εκρηκτική αύξηση στο παραγωγικό κόστος καθώς πετρέλαιο κίνησης χρησιμοποιούν όλες οι μεταφορές εταιρείες.
Άγνωστο είναι προς το παρόν ποια θα είναι η επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις αλλά και για τα νοικοκυριά από την επόμενη χρονιά.
Και στο αέριο;
Επίσης, κανείς δε γνωρίζει αν θα ισχύσουν τα σενάρια και για αύξηση του φόρου στο αέριο. Η φημολογία έχει προκαλέσει αναστάτωση σε βιομηχανίες και νοικοκυριά.
Σήμερα, στην τελική τιμή του φυσικού αερίου ο ειδικός φόρος κατανάλωσης αντιπροσωπεύει περίπου το 40%, ενώ σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες κυμαίνεται στο 10%. Σύμφωνα με παλαιότερη μελέτη του ΙΟΒΕ, αν ο φόρος στο φυσικό αέριο περιοριζόταν στο ελάχιστο όριο που ορίζει η κοινοτική νομοθεσία, θα παράγονταν 754 εκατομμύρια «περισσότερο» ΑΕΠ το χρόνο, θα δημιουργούνταν 12.500 θέσεις εργασίας και θα οδηγούσε σε πτώση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος κατά 1,9% και των βιομηχανικών προϊόντων κατά 2,1%.
ΠΗΓΗ: Imerisia.gr