Σοβαρές είναι οι επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης αλλά και της ενεργειακής κρίσης στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις της εστίασης στην Ελλάδα και την Κρήτη. Ουσιαστικά οι επιχειρήσεις εστίασης φαίνεται πως βρίσκονται κοντά ή μέσα σε μια παγίδα χρέους, στοιχείο που εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους για την βιωσιμότητα τους, όπως προκύπτει από σχετική έρευνα του Ινστιτούτου της ΓΕΣΕΒΕ.
Ο κλάδος της εστίασης συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων που επλήγησαν δυσανάλογα από τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης. Από τη μια μεριά, κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19 οι επιχειρήσεις του κλάδου τελούσαν υπό καθεστώς αναστολής της λειτουργίας τους για τουλάχιστον 9 μήνες ενώ ακόμη και κατά τα διαστήματα που είχε αρθεί το καθεστώς αναστολής λειτουργούσαν με προϋποθέσεις οι οποίες περιόριζαν σημαντικά τη δραστηριότητα τους. Από την άλλη μεριά, για την αντιμετώπιση των δυσμενών συνεπειών της πανδημίας η κυβέρνηση έλαβε σειρά υποστηρικτικών μέτρων, τα οποία, όπως και στα περισσότερα κράτη της Ε.Ε., αποσκοπούσαν να κρατήσουν τις επιχειρήσεις «ζωντανές». Ήταν, δηλαδή, μέτρα επιβίωσης που βασίστηκαν στην προσδοκία της δυναμικής ανάκαμψης όταν οι οικονομίες θα επέστρεφαν σε συνθήκες κανονικότητας.
Στο πλαίσιο αυτό, φαίνεται πως προετοιμάζεται ήδη σε επίπεδο Κρήτης, μια πρωτοβουλία που έχει αναλάβει η πρόεδρος επισιτισμού του Ηρακλείου Μαρία Αντωνακάκη, και μαζί με προέδρους από όλη την Κρήτη σωματείων του επισιτισμού, θα αναζητήσουν αμέσως μετά τη θερινή περίοδο, πιθανότατα και το Σεπτέμβριο, πρωτοβουλίες ώστε να δοθούν λύσεις από την πολιτεία στα πολλαπλά προβλήματα για τον κλάδο.
Το κόστος λειτουργίας
Η εμφάνιση του πληθωρισμού, που από τα μέσα του 2021 και μετά καλπάζει – κυρίως λόγω της υπέρμετρης αύξησης των διεθνών τιμών ενέργειας και της διατάραξης των εφοδιαστικών αλυσίδων κατά τη διάρκεια της πανδημίας- εντάθηκε περαιτέρω λόγω των δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων εξουδετερώνοντας την προοπτική μίας δυναμικής ανάκαμψης. Επιπλέον, το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων αυξήθηκε σημαντικά, ενώ όπως είναι επόμενο ο υψηλός πληθωρισμός απομείωσε τα πραγματικά εισοδήματα και κατ’ επέκταση την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Μέσα σε αυτό το δυσμενές περιβάλλον τα προβλήματα που είχαν συσσωρεύσει οι επιχειρήσεις εστίασης κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης φαίνεται ότι εντάθηκαν, με κυριότερο εκείνο της εξυπηρέτησης των υποχρεώσεων τους. Αυτό προκύπτει μετά από έρευνα που διεξήχθη από το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ σε 206 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις εστίασης και καταδεικνύει πως τα δύσκολα για τον κλάδο είναι μπροστά, παρά το γεγονός πως η καλή τουριστική περίοδος θα επιτρέψει την αναπλήρωση των απωλειών σε όσες επιχειρήσεις επωφελούνται από τον τουρισμό.
Τα ευρήματα της έρευνας
Τα κυριότερα ευρήματα της έρευνας είναι τα ακόλουθα:
Περισσότερες από 6 στις 10 επιχειρήσεις του δείγματος έκλεισαν το 2021 με ζημιές. Ο αριθμός των πελατών καθώς και οι ποσότητες των παραγγελιών μειώθηκαν το πρώτο εξάμηνο του 2022 για το 52,9% και το 63,7% των επιχειρήσεων του δείγματος αντίστοιχα σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο.
Το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων εστίασης του δείγματος αυξήθηκε μεσοσταθμικά τους τελευταίους 12 μήνες κατά 41,7%, λόγω της αύξησης των σημαντικότερων από τα επιμέρους κόστη τους (ενέργειας, προμήθειας πρώτων υλών/ εμπορευμάτων, καύσιμων, εργασίας, ενοικίου). Ειδικότερα, τους τελευταίους 12 μήνες αυξήθηκε μεσοσταθμικά το κόστος ενέργειας κατά 87,2%, το κόστος προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων κατά 37,9%, το κόστος καυσίμων κατά 50,8%, το κόστος εργασίας κατά 15%, το κόστος ενοικίου κατά 6,8%.
Περισσότερες από 8 στις 10 επιχειρήσεις του δείγματος αύξησαν τις τιμές τους κατά τους τελευταίους 12 μήνες. Μεσοσταθμικά η αύξηση των τιμών πώλησης αγαθών/ υπηρεσιών ανήλθε στο 10,7%.
Περισσότερες από 1 στις 2 επιχειρήσεις του δείγματος αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας. Συγκεκριμένα περισσότερες από 4 στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν ότι δεν έχουν καθόλου ταμειακά διαθέσιμα, ενώ περισσότερες από 1 στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν πως τα ταμειακά τους διαθέσιμα επαρκούν για λιγότερο από 1 μήνα.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΤΣΑΛΑΚΗΣ