Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 εκπονήθηκαν μελέτες της διασύνδεσης της Κρήτης με την ηπειρωτική Ελλάδα με καλώδια συνεχούς ρεύματος είτε 2×150=300 MW, είτε 2×300=600 MW και κατέληγαν ότι οικονομικά αποτελούν ισοδύναμες λύσεις. Πάντως δεν προχώρησε η επιλογή αυτή.
Στα επόμενα χρόνια η τεχνολογική πρόοδος που συντελέστηκε στον τομέα των διασυνδέσεων συνεχούς ρεύματος και στα καλωδιακά συστήματα έδωσε ώθηση για τη διερεύνηση της διασύνδεσης του ηπειρωτικού Συστήματος με τα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη.
Το 2006 και 2008 μελετήθηκε εκ νέου η διασύνδεση της Κρήτης στο πλαίσιο στρατηγικής μελέτης διασύνδεσης αυτόνομων νησιωτικών συστημάτων που ανατέθηκε από τη ΡΑΕ στο ΕΜΠ. Την ίδια περίοδο εκπονήθηκαν αντίστοιχες μελέτες από την Διεύθυνση Διαχείρισης Νησιών της ΔΕΗ. Στις μελέτες αυτές η διασύνδεση με το ηπειρωτικό Σύστημα προτείνονταν να γίνει με διπλό σύνδεσμο συνεχούς ρεύματος από τον Υ/Σ Μεγαλόπολης έως το νέο Υ/Σ Κορακιάς στην περιοχή του Ηρακλείου, ακολουθώντας επί της Πελοποννήσου την διαδρομή που είχε επιλεγεί στην σχετική μελέτη της ΔΕΗ, αλλά με έξοδο των υποβρυχίων καλωδίων, απευθείας στην θέση Κορακιά. Στην περίπτωση αυτή το μήκος των υποβρυχίων καλωδίων αυξάνονταν κατά 100 km περίπου, δηλαδή θα έφτανε συνολικά τα 250 km περίπου.
Ακολούθως το 2011 εκπονήθηκε από κοινή ομάδα εργασίας ΡΑΕ-ΔΕΣΜΗΕ-ΔΕΗ η μελέτη ανάπτυξης του ηλεκτρικού συστήματος της Κρήτης και διασύνδεσής του με το ηπειρωτικό σύστημα. Στη μελέτη αυτή κατ’ αρχήν επιβεβαιώθηκε η οικονομικότητα της λύσης της διασύνδεσης έναντι της αυτόνομης ανάπτυξης του Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΣΗΕ) της Κρήτης. Τα πορίσματα αυτής της μελέτης και παράλληλων σχετικών εργασιών ενσωματώθηκαν στο Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης Συστήματος Μεταφοράς (ΔΠΑ) περιόδου 2014-2023. Εκτενής αναφορά σε όλες τις μελέτες διασύνδεσης της Κρήτης ιστορικά, γίνεται επίσης στην τελική έκθεση προόδου του ΕΜΠ στο πλαίσιο μελέτης ενεργειακού σχεδιασμού που του ανατέθηκε από την Περιφέρεια Κρήτης.
Η τελική επιλογή
Λαμβάνοντας υπ’ όψη την επείγουσα ανάγκη τροφοδότησης της Κρήτης στην προοπτική παύσης λειτουργίας των πετρελαϊκών σταθμών, υιοθετήθηκε ως τελικό σχήμα το «υβριδικό» σχήμα ανάπτυξης διασύνδεσης Εναλλασσόμενου Ρεύματος από την Πελοπόννησο σε πρώτο χρόνο και Συνεχούς Ρεύματος από Αττική σε δεύτερο.
Φάση Ι: Διασύνδεση εναλλασσόμενου ρεύματος 150 kV, ονομαστικής ικανότητας 2×200 MVA Κρήτη- Πελοπόννησος. Επί της Πελοποννήσου η όδευση της διασύνδεσης ξεκινά από τον Υ/Σ Μολάων προς το νοτιοανατολικό άκρο της Πελοποννήσου όπου επιλέχθηκε και το σημείο προσαιγιάλωσης. Το υποβρύχιο τμήμα του καλωδίου έχει έξοδο στην δυτική πλευρά της Κρήτης και συνδέεται με υπόγειο καλώδιο με τον Υ/Σ Χανίων.
Φάση ΙΙ: Διασύνδεση υψηλής τάσης συνεχούς ρεύματος (High Voltage Direct Current – HVDC) ονομαστικής ικανότητας 2×500 MW Κρήτη- Αττική που συνδέει ισχυρό σημείο του Διασυνδεδεμένου Συστήματος (ΚΥΤ Κουμουνδούρου) με κεντροβαρικό σημείο ως προς το φορτίο της Νήσου Κρήτης το οποίο επιπλέον γειτνιάζει με ισχυρό τοπικό δίκτυο στην ευρύτερη περιοχή των Λινοπεραμάτων (θέση Δαμάστα), που θα ηλεκτροδοτηθεί πειραματικά το 2025.
Η λειτουργία του συστήματος στην Κρήτη
Το σύστημα της Κρήτης αποτελούσε μέχρι πρόσφατα το μεγαλύτερο αυτόνομο ηλεκτρικό Σύστημα στην ελληνική επικράτεια, με αιχμή περί τα 700 MW και συνολική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας περί τις 3,5 TWh που αντιστοιχεί σε ποσοστό 7% περίπου της ετήσιας κατανάλωσης σε εθνικό επίπεδο. Από την δεκαετία του 1980 το μέγεθος του ηλεκτρικού συστήματος της Κρήτης τόσο σε κατανάλωση όσο και σε εγκαταστάσεις έχει αναπτυχθεί ραγδαία.
Ιδιαίτερα από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 παρουσιάζει μεγάλο ετήσιο ρυθμό αύξησης του φορτίου της τάξης του 4-5% (με εξαίρεση την περίοδο οικονομικής ύφεσης στις αρχές της δεκαετίας του 2010 και την περίοδο της πανδημίας), ενώ τα τελευταία έτη πριν τη διασύνδεση το φορτίο κατά τους θερινούς μήνες καλύπτονταν οριακά από τους τοπικούς Σταθμούς Παραγωγής.
Το κόστος
Έως τα μέσα του 2021, που λειτουργούσε ως αυτόνομο σύστημα, βασίζονταν σε μικρές σχετικά μονάδες παραγωγής καθαρής εγκατεστημένης ισχύος περί τα 770 MW με πρωτογενή πηγή ενέργειας το μαζούτ ή το ελαφρύ Diesel. Η χρήση πετρελαιοειδών ως καύσιμο σε συνδυασμό με τις σχετικά χαμηλές αποδόσεις αρκετών μονάδων του συστήματος της Κρήτης, είχε σαν αποτέλεσμα το αυξημένο κόστος παραγωγής σε σύγκριση με το διασυνδεδεμένο σύστημα, με συνέπεια να απαιτούνται περισσότερα από 300 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση από τον λογαριασμό των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας για την διατήρηση ενιαίας τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας.
Οι ΑΠΕ στο νησί
Στο σύστημα της Κρήτης έχει εγκατασταθεί ένα σημαντικό πλήθος σταθμών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, κυρίως Αιολικά Πάρκα και Φωτοβολταϊκοί Σταθμοί, συνολικής ισχύος 260 MW που συνεισφέρουν περί το 35% της ετήσιας κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, η ηλεκτρική απομόνωση του νησιού έθετε περιορισμούς στην περαιτέρω ανάπτυξη μονάδων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, παρά το αυξανόμενο ενδιαφέρον για την αξιοποίηση του υψηλού τοπικού δυναμικού σε ανανεώσιμες πηγές, λόγω των ορίων διείσδυσης των μη ελεγχόμενων μονάδων ΑΠΕ σε αυτόνομα συστήματα για λόγους δυναμικής ασφάλειας, αλλά και ορίων που σχετίζονται με το περιορισμένο μέγεθος του φορτίου του συστήματος της Κρήτης.
Η ολοκλήρωση της διασύνδεσης
Η ιστορία της διασύνδεσης της Κρήτης δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Ένα μεγάλο βήμα όμως έχει γίνει με τη διασύνδεση ΕΡ σε λειτουργία εδώ και τρία χρόνια. Η επικείμενη ολοκλήρωση της «μεγάλης» διασύνδεσης ΣΡ θα προσδώσει στο συνολικό έργο ένα υβριδικό χαρακτήρα με την έννοια της παράλληλης λειτουργίας διασυνδέσεων Εναλλασσόμενου και Συνεχούς Ρεύματος για την τροφοδότηση ενός μεσαίας κλίμακας ηλεκτρικού συστήματος.
Στις συνθήκες αυτές ένα βασικό συμπέρασμα των μελετών σχεδιασμού των διασυνδέσεων που έχουν εκπονηθεί είναι ότι για πλήρη διαθεσιμότητα των δύο διπλών διασυνδέσεων είναι εφικτή η λειτουργία χωρίς τοπική θερμική ηλεκτροπαραγωγή για φορτίο έως τη συνολική μεταφορική ικανότητα του συνδυασμού των διασυνδέσεων ΕΡ και ΣΡ. Επισημαίνεται ωστόσο ότι για λόγους ασφάλειας εφοδιασμού σε συνθήκες μείζονος βλάβης στη διασύνδεση ΣΡ, είναι απαραίτητη η διατήρηση δυναμικού συμβατικής ηλεκτροπαραγωγής σε καθεστώς ψυχρής εφεδρείας που θα εντάσσεται σε ειδικό μηχανισμό εφεδρείας δυναμικού εκτάκτων αναγκών που αναμένεται να δημιουργηθεί.
Σημειώνεται ότι το έργο της διασύνδεσης της Κρήτης με την περιοχή της Αττικής υλοποιείται από την εταιρεία ειδικού σκοπού «ΑΡΙΑΔΝΗ INTERCONNECTION» που αποτελεί θυγατρική εταιρεία του ΑΔΜΗΕ Α.Ε. και βρίσκεται πλέον στην τελική φάση για την ολοκλήρωσή του και αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία εντός του 2025.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΤΣΑΛΑΚΗΣ