Ο εθισμός στις οθόνες είναι ένα φαινόμενο που γίνεται όλο και πιο έντονο με την πρόοδο της τεχνολογίας και την αυξανόμενη ψηφιοποίηση της καθημερινής ζωής. Επηρεάζει όλες τις ηλικιακές ομάδες, από μικρά παιδιά μέχρι ενήλικες, και έχει επιπτώσεις τόσο στην ψυχική, όσο και στη σωματική υγεία.
Η Ψυχολόγος κ. Χαρά Κουκουράκη μιλά στην ΑΝΑΤΟΛΗ για τον εθισμό και κατευθύνει επιστημονικά τους γονείς.
Αρχικά, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι ο εθισμός στις οθόνες δεν υπάγεται στις ψυχικές διαταραχές, ωστόσο ο εθισμός στο διαδίκτυο υπάρχει στα εγχειρίδια κλινικής ψυχολογίας και στο DSM, όπου δίνεται και διάγνωση από ψυχιάτρους. Ο εθισμός στις οθόνες που περιλαμβάνει το κινητό, τον υπολογιστή, την τηλεόραση και το τάμπλετ ακόμη δεν υπάρχει ως ψυχιατρική διάγνωση, όμως σαν νέο είδος εθισμού συζητιέται από την ψυχιατρική κοινότητα να ενταχθεί σαν μια καινούριας μορφής ψυχοπαθολογία.
Συμπτώματα και επιπτώσεις
Η κ. Κουκουράκη κάνει σαφές ότι μιλάμε για εθισμό όταν η καθημερινή χρήση υπερβαίνει τις 10 ώρες ημερησίως, όταν το άτομο δεν βρίσκει άλλα ενδιαφέροντα, δεν μπορεί να εργαστεί και το μοναδικό του ενδιαφέρον είναι η ενασχόληση με την οθόνη. Επισήμανε ότι το χρονικό πλαίσιο των 10 ωρών δεν πρέπει να το κρίνουμε μεμονωμένα, αλλά σε βάθος 3-4 μηνών όπως και σε όλες τις άλλες μορφές εθισμού.
Προσδιόρισε ότι τα άτομα που αφιερώνουν αρκετές ώρες μπροστά από μια οθόνη εξ αιτίας της δουλειάς τους δεν μπορούν να θεωρηθούν εξαρτημένα και αυτό που τους διαχωρίζει είναι ότι αυτοί παράγουν έργο, ενώ ένα άτομο που είναι εθισμένο όχι.
Τα εθισμένα άτομα στην οθόνη μπορεί είτε να παίζουν, είτε απλά να παρατηρούν οπτικό υλικό περιεχόμενο χωρίς να παράγουν κάποιο έργο.
Συχνά παρατηρείται, όπως είπε η κ. Κουκουράκη, ότι εάν ερωτηθούν τι είναι αυτό που παρατηρούν εκείνη την ώρα στην οθόνη δεν γνωρίζουν να απαντήσουν.
Το άτομο δυσκολεύεται πολύ να δει τον εαυτό του μακριά από την οθόνη και αν προσπαθεί κάποιος τρίτος να το σταματήσει, μπορεί να γίνει οξύθυμο και ευερέθιστο. Οι έφηβοι που αρχίζουν να εθίζονται δεν βρίσκουν κανένα νόημα, αλλά και καμία επιθυμία να κάνουν κάτι διαφορετικό και η σκέψη τους περιτριγυρίζεται μόνο γύρω από την οθόνη. Αυτό έχει συνέπειες και στην υγεία τους καθ’ ότι και δεν επιθυμούν να αθληθούν, δεν καταλαβαίνουν τις αλλαγές στο σώμα τους, όπως για παράδειγμα το να μυρίζει.
Σχέση κατάθλιψης και εθισμού
Ρωτήσαμε την κ. Κουκουράκη για την σχέση κατάθλιψης και εθισμού.
Μας απάντησε ότι όλοι οι εθισμοί συνυπάρχουν με την κατάθλιψη. Μιας μορφής κατάθλιψη για να βοηθηθεί, θα οδηγήσει τα άτομα σε μια χρήση που θα τους προσφέρει μια εύκολη πηγή ευεξίας και ντοπαμίνης όπως το αλκοόλ, τα ναρκωτικά, το φαγητό, αλλά και η οθόνη. Ο εγκέφαλος παίρνει το ψευδές μήνυμα ότι αυτή η πηγή ευεξίας είναι μια ευχαρίστηση και έτσι την αναζητά συνεχώς.
Πολλές φορές οι εθισμοί αναπτύσσονται στα πλαίσια μιας αδιάγνωστης κατάθλιψης. Τα άτομα μπορεί να έχουν μια αδιάγνωστη κατάθλιψη ή καταθλιπτική συμπεριφορά, να μην έχουν λάβει την αντίστοιχη υποστήριξη και προσπαθούν να αυτο-ανακουφιστούν μέσα από μια συμπεριφορά που καταλήγει να γίνει εθιστική.
Πλέον διαπιστώνει ότι ο εθισμός στις οθόνες παρατηρείται και σε μικρά παιδιά. Ακόμη και στην ηλικία των 5-6 ετών τα παιδιά έχουν δείγματα εξάρτησης από την οθόνη. Τα φαινόμενα πλήρους εξάρτισης καταγράφονται κυρίως μετά την εφηβεία, όπου εντατικοποιείται η χρήση.
Πώς να το διαχειριστούν οι γονείς
Η κ. Κουκουράκη επεσήμανε στην ΑΝΑΤΟΛΗ ότι πριν φτάσουμε στον εθισμό πρέπει να εφιστούμε την προσοχή στην πρόληψη. Οι γονείς πρέπει να ξεκινάνε από την ηλικία των 18 μηνών, που τα παιδιά παίρνουν τις οθόνες ή βρίσκονται μπροστά σε τηλεόραση να βάζουν όρια και χρονικά πλάνα στην διάρκεια που το παιδί θα περάσει μπροστά από μια οθόνη. Τόνισε ότι όσο περισσότερο αυξάνεται η ώρα που το παιδί παρακολουθεί μια οθόνη, τόσο περισσότερο μειώνεται και η αλληλεπίδραση του παιδιού με τον γονέα, αλλά και με τις δραστηριότητες που θα μπορούσε να κάνει εκείνες τις ώρες το παιδί, όπως παιχνίδι, άθληση, βόλτα κλπ.
Αργότερα, που τα παιδιά ζητάνε τις οθόνες για επικοινωνία μπορεί και πάλι να είναι οριοθετημένα τα πλαίσια. Πρέπει να διδάσκουμε στα παιδιά ότι όταν μου στείλουν μήνυμα δεν υπάρχει κανόνας που να αναφέρει ότι πρέπει να απαντήσω τώρα, αλλά έχω την ευελιξία να απαντήσω και αργότερα. Οι γονείς θα πρέπει και οι ίδιοι να αποτελούν πρότυπο σε αυτό και να συμπεριφέρονται με πανομοιότυπο τρόπο, όταν τους έλθει ένα μήνυμα.
Εάν το παιδί συγκρίνει τον εαυτό του με άλλα παιδιά της ηλικίας του και τον χρόνο που περνάνε αυτά στο διαδίκτυο, καλό είναι σύμφωνα με την Ψυχολόγο να επικοινωνούμε στο παιδί ότι σα γονείς θέλουμε να έχει και άλλα ερεθίσματα πέραν της οθόνης και επειδή είμαστε υπεύθυνοι για εκείνο πρέπει να αναλάβουμε αυτή την ευθύνη. Ανέδειξε την σημασία της οριοθέτησης ακόμη και αν ο γονέας φαίνεται σκληρός εκείνη την ώρα.
Η κ. Κουκουράκη επεσήμανε ότι είναι καλό για τα παιδιά και τους εφήβους να έχουν το κινητό τους κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά όχι κατά τη διάρκεια των μαθημάτων ή τις νυχτερινές ώρες, όταν συχνά πραγματοποιούνται συνομιλίες που μπορεί να διαρκέσουν για ώρες. Μόνο αν ο γονέας παρατηρήσει ότι το παιδί έχει αυτοέλεγχο, μπορεί να γίνει εξαίρεση. Ο γονέας πρέπει να εξηγήσει στο παιδί ότι το κινητό δεν θα του στερηθεί, αλλά υπάρχουν προτεραιότητες.
Τόνισε ότι είναι σημαντικό οι γονείς να κατανοήσουν τις αλλαγές που έχουν επέλθει στις συνθήκες ζωής και να αναγνωρίσουν ότι η τεχνολογία έχει μεταβάλει τον τρόπο που οι έφηβοι επικοινωνούν. Πλέον, η επικοινωνία δεν περιορίζεται μόνο σε φυσική επαφή, γι’ αυτό είναι απαραίτητο να καλλιεργηθεί η επικοινωνία εντός του σπιτιού, ώστε το παιδί να μπορεί να επικοινωνεί ουσιαστικά.
Παράλληλα, σημείωσε ότι παρατηρείται πως τα μικρότερα παιδιά αρχίζουν τη χρήση οθονών με την τηλεόραση και το YouTube, παρακολουθώντας κινούμενα σχέδια. Κατά τη σχολική ηλικία, περνούν στο tablet και το κινητό για να παίξουν, ενώ στο Γυμνάσιο ξεκινά η επικοινωνία μέσω πλατφορμών όπως το Viber και το WhatsApp.
Εντός και εκτός σπιτιού
Η ψυχολόγος ανέφερε ότι πολλοί γονείς αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο να θέσουν όρια και να ελέγξουν τον χρόνο που τα παιδιά τους αφιερώνουν στις οθόνες. Επιπλέον, λόγω των αυξημένων επαγγελματικών υποχρεώσεων και της κούρασης που συσσωρεύεται, συχνά στερούνται υπομονής και επιλέγουν να δώσουν μια οθόνη στα παιδιά τους ως μια εύκολη λύση για να αποφύγουν τις συγκρούσεις. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η ψυχολόγος προτείνει η χρήση της οθόνης να ενσωματωθεί στη ρουτίνα της οικογένειας ως ένα διάλειμμα για όλους, αλλά μόνο αφού κάθε μέλος έχει ολοκληρώσει τις υποχρεώσεις του.
Παλαιότερα, τα παιδιά δεν είχαν ανάγκη από παιδότοπο ή τάμπλετ όταν πήγαιναν για φαγητό, αλλά έπαιζαν είτε μόνα τους είτε με τα παιχνίδια τους. Η κ. Κουκουράκη προτείνει ότι αυτός ο τρόπος θα έπρεπε να επανέλθει και στις μέρες μας και ενθαρρύνει τους γονείς να κρατάνε τα παιχνίδια των παιδιών τους μαζί τους. Επίσης ο γονέας κυρίως όταν βρίσκεται σε εξωτερικούς χώρους, δεν θέλει να μπει στην διαδικασία διαλόγου με το παιδί και να βάλει όρια, οπότε του δίνει απλά την οθόνη για να αποφύγει κάποια παραπάνω συζήτηση.
Υπογράμμισε ότι πολλές φορές τα παιδιά παίρνουν παραδείγματα από τους γονείς, οπότε εξήγησε ότι δεν μπορεί ο γονέας να βάζει όρια στο παιδί για την χρονική διάρκεια που θα περνάει μπροστά από μια οθόνη, αλλά ο ίδιος ο γονέας να συμπεριφέρεται δυσανάλογα. Εάν ένας γονέας διαπιστώσει ότι το παιδί ξεπερνά τον συμφωνημένο χρόνο χρήσης των οθονών, είναι σημαντικό να διατηρήσει σταθερά τα όρια. Δεν χρειάζεται να ανησυχεί ότι, επειδή χαλάρωσαν προσωρινά οι κανόνες, δεν μπορεί να τους επαναφέρει.
Το μήνυμα
Η κ. Χαρά Κουκουράκη θέλησε να περάσει το μήνυμα ότι οι γονείς είναι σημαντικό να ρωτάνε και να έχουν γνώση του τι κάνει το παιδί στις οθόνες. Να δείχνουν στο παιδί ότι έχουν μια εικόνα του τι είναι αυτό που βλέπει και να μην το παρουσιάζουν σαν ένα άγνωστο κόσμο έτσι ώστε να νιώσουν τα παιδιά ότι είναι ένα κομμάτι της ζωής, αλλά όχι όλη η ζωή η οθόνη.
Τέλος, τονίζει την σημασία του ελέγχου των εφαρμογών που κατεβάζει ένα παιδί και της ενημέρωσης από τους γονείς προς τα παιδιά σχετικά με την διαδικτυακή ιδιωτικότητα, την ασφάλεια του διαδικτύου και τους κινδύνους του.
ΣΟΦΙΑ ΣΦΑΚΙΑΝΑΚΗ