Ενισχύονται οι προσδοκίες στις Βρυξέλλες ότι τα χειρότερα στον εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ πέρασαν και ότι το τρίμηνο «πάγωμα» των δασμών, που ανακοίνωσε ο Ντόναλντ Τραμπ, θα οδηγήσει σε μια ανακωχή με πιο μόνιμα χαρακτηριστικά.
Μετά την αμερικανική αναδίπλωση, οι Βρυξέλλες ποντάρουν τώρα στις διαπραγματεύσεις. Σε κάθε περίπτωση, όμως, διατηρούν στη φαρέτρα τους τα αντίμετρα για δασμούς ύψους 21 δισ. ευρώ με τα οποία στοχεύουν ευθέως στις «κόκκινες πολιτείες» του Αμερικανού Προέδρου.
Η εκατέρωθεν αναστολή των 90 ημερών στην εφαρμογή των δασμών επανέφερε την ελπίδα στις Βρυξέλλες πως η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αποφύγουν έναν καταστροφικό εμπορικό πόλεμο.
Η απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να «παγώσει» τους περισσότερους δασμούς που είχε εξαγγείλει -με εξαίρεση εκείνους που αφορούν την Κίνα-ερμηνεύτηκε ως μια ένδειξη αποσυμπίεσης.
Οι Βρυξέλλες ανταποκρίθηκαν θετικά, κάνοντας λόγο για «παράθυρο διαπραγματεύσεων» και δηλώνοντας ότι είναι ανοιχτές σε έναν εποικοδομητικό διάλογο για ένα αμοιβαία επωφελές εμπόριο χωρίς τριβές.
Bασικός στόχος είναι μια συμφωνία για «μηδενικούς δασμούς», ωστόσο στην έδρα της Ε.Ε. θεωρούν ότι μια τέτοια προοπτική είναι μάλλον μακρινή. Αλλωστε, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είχε προτείνει την προπερασμένη εβδομάδα μηδενικούς δασμούς ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ε.Ε. για τα βιομηχανικά προϊόντα, μια πρόταση που είχε απορρίψει ο Ν. Τραμπ.
Πίσω από τη διπλωματική γλώσσα, πάντως, η Ευρώπη έχει ήδη ενεργοποιήσει τον μηχανισμό εμπορικής άμυνας και ετοιμάζεται για μακρά αντιπαράθεση, σε περίπτωση που δεν υπάρξει επαναδιαπραγμάτευση με την Ουάσιγκτον.
Οι δασμοί ύψους 21 δισ. ευρώ που ανακοίνωσε η Κομισιόν στέλνουν σαφές μήνυμα προς την Ουάσιγκτον.
«Η Ευρώπη δεν εκβιάζεται», λένε χαρακτηριστικά στις Βρυξέλλες. Η στρατηγική της Ε.Ε. βασίζεται σε συγκεκριμένα «χρονικά κύματα» επιβολής δασμών που επιλέχθηκαν, με στόχο να ασκηθεί πολιτική πίεση στον πυρήνα της εκλογικής βάσης του Τραμπ, χωρίς να ζημιωθούν σοβαρά οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
Η πρώτη φάση, που αναμενόταν να ξεκινήσει από τις 15 Απριλίου, αφορούσε δασμούς σε προϊόντα με συμβολική και πολιτισμική σημασία για τις νότιες πολιτείες των ΗΠΑ, όπως κράνμπερι, χυμός πορτοκαλιού, σάλτσες μπάρμπεκιου, καθώς και ψητά προϊόντα καλαμποκιού.
Η δεύτερη φάση, που θα ξεκινούσε στις 16 Μαΐου αφορούσε επιβολή 25% δασμών σε βιομηχανικά και γεωργικά προϊόντα, όπως χάλυβας, πολυαιθυλένιο, μοσχαρίσιο κρέας, λευκή σοκολάτα, καθώς και τυποποιημένα κρέατα και κονσέρβες.
Η τρίτη φάση, που θα ξεκινήσει από την 1η Δεκεμβρίου, αν δεν υπάρξει διαπραγμάτευση με τις ΗΠΑ, αφορά νέα δέσμη δασμών 25% σε προϊόντα με υψηλή εξαγωγική εξάρτηση, όπως σόγια, αμύγδαλα, καπνός και ζαχαρούχα σνακ.
Η συνολική λίστα περιλαμβάνει 1.680 αμερικανικά προϊόντα, από παγωτά και ηλεκτρικές κουβέρτες έως μαντήλια, γραβάτες, πλυντήρια ρούχων και είδη γυμναστικής – σχεδιασμένα με πολιτικοοικονομικά κριτήρια.
Ο στόχος
Σύμφωνα με ευρωπαϊκές πηγές, η επιλογή των δασμών δεν είναι απλώς εμπορική, αλλά πολιτικά στοχευμένη.
Το βάρος πέφτει σε προϊόντα που παράγονται σε πολιτείες-κλειδιά του εκλογικού χάρτη του Τραμπ, όπως το Τέξας, η Φλόριντα, η Αϊόβα, η Τζόρτζια και η Αλαμπάμα.
Εκτιμάται ότι η επίπτωση αφορά εξαγωγές αξίας έως και 13,5 δισ. δολαρίων από αυτές τις «κόκκινες» πολιτείες, σε μια σαφή προσπάθεια εσωτερικής πίεσης.
Η κυβέρνηση Τραμπ χαρακτήρισε τους ευρωπαϊκούς δασμούς «μονομερείς και αδικαιολόγητους», προειδοποιώντας με νέα μέτρα, αυτή τη φορά σε ευρωπαϊκά αυτοκίνητα, πολυτελή ποτά, ακόμη και φαρμακευτικά προϊόντα.
Ωστόσο, το προσωρινό «πάγωμα» των αμερικανικών δασμών, για όλες τις χώρες πλην της Κίνας, αποκωδικοποιήθηκε ως αναγνώριση του κινδύνου για μια πλήρη εμπορική σύγκρουση.
Παρότι ο Αμερικανός Πρόεδρος εξακολουθεί να εμφανίζεται αδιάλλακτος, κύκλοι στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στο αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών πιέζουν για σταδιακή αποκλιμάκωση και αναζήτηση νέου εμπορικού πλαισίου, ιδιαίτερα υπό τον φόβο διεθνούς απομόνωσης, σύμφωνα με πληροφορίες από τις Βρυξέλλες.
Ρωγμές εντός Ε.Ε.
Η απόφαση για επιβολή δασμών δεν ήταν ομόφωνη εντός του Συμβουλίου της Ε.Ε. Η Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπαν εξέφρασε ανοιχτά τη διαφωνία της, υποστηρίζοντας ότι «η Ευρώπη δεν πρέπει να οδηγείται σε συγκρούσεις χωρίς διέξοδο».
Αντιρρήσεις καταγράφηκαν επίσης από τη Γαλλία και την Ιταλία, που ζήτησαν την εξαίρεση προϊόντων υψηλής κατανάλωσης, όπως το μπέρμπον και τα ενεργειακά ποτά, ανησυχώντας για αντίποινα σε ευρωπαϊκά κρασιά και τυριά.
Κάτι που τελικά πέτυχαν και έτσι οι 26 από τις 27 χώρες-μέλη ψήφισαν υπέρ των αντιποίνων.
Κλιμάκωση
Την ίδια ώρα που η Ε.Ε. εισέρχεται σε ένα παζάρι 90 ημερών με τις ΗΠΑ, σε επικίνδυνη κλιμάκωση με απρόβλεπτες συνέπειες οδηγείται ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας, καθώς καμία πλευρά δεν φαίνεται διατεθειμένη να υποχωρήσει.
Στους δασμούς 145% στα κινεζικά προϊόντα από τις ΗΠΑ, η Κίνα απάντησε με αύξηση από 84% σε 125% στους δασμούς στα εισαγόμενα αμερικανικά προϊόντα, με τις κυβερνήσεις, τις αγορές, τις μεγάλες διεθνείς επιχειρήσεις και τους επενδυτικούς οίκους σε παγκόσμιο επίπεδο να κρατούν την ανάσα τους και να παρακολουθούν με αγωνία τις εξελίξεις.
Ο κίνδυνος της ύφεσης εφόσον η κατάσταση φτάσει στα άκρα δεν απειλεί μόνο τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες αλλά και την παγκόσμια, αφού η σύγκρουση μεταξύ των δύο χωρών θα διαταράξει τις εφοδιαστικές αλυσίδες και την ανάπτυξη.
Μεγάλη αβεβαιότητα
Η αβεβαιότητα και η αστάθεια, όπως εκτιμούν Ευρωπαίοι αναλυτές, δεν έχουν τελειώσει αλλά παίρνουν παράταση, καθώς η κατάσταση είναι ευμετάβλητη.
Επιπλέον, ο πρωτοφανής εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας αναμένεται να προκαλέσει περαιτέρω ζημιά, αφού μια επιβράδυνση και στις δύο οικονομίες, ως αποτέλεσμα της εμπορικής διαμάχης, θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στις περισσότερες χώρες.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποίησε πως, αν η ανακωχή καταρρεύσει, οι παγκόσμιες επιπτώσεις θα είναι οδυνηρές. Ενας πλήρης εμπορικός πόλεμος θα μπορούσε να αφαιρέσει έως και 1,2 ποσοστιαίες μονάδες από την παγκόσμια ανάπτυξη μέχρι τα τέλη του 2025, αναφέρει χαρακτηριστικά.
Τόσο οι κυβερνήσεις όσο και οι αγορές βρίσκονται υπό ένα ιδιότυπο καθεστώς ομηρίας, όπως αναφέρουν αναλυτές, αφού η προσωρινή παύση δεν σημαίνει ότι η παγκόσμια εμπορική τάξη επανέρχεται στο προ δασμών καθεστώς, καθώς οι ΗΠΑ διατηρούν τον βασικό δασμό 10% στις εισαγωγές από όλες τις χώρες, συμπεριλαμβανομένων αυτών της Ε.Ε.
Αναλυτές και χρηματιστηριακοί παράγοντες εμφανίζονται επιφυλακτικοί, εκτιμώντας ότι οι αγορές θα δυσκολευτούν να βρουν σημεία ισορροπίας και ότι καθοριστικός παράγοντας για την περαιτέρω πορεία τους θα είναι το χρηματιστηριακό κλίμα που θα διαμορφωθεί διεθνώς.
Ολοι πάντως συμφωνούν ότι το «στοίχημα Τραμπ» θα παραμείνει ανοιχτό για πολλές ακόμη εβδομάδες, προκαλώντας έντονες διακυμάνσεις στα χρηματιστήρια και διατηρώντας στα ύψη το βραχυχρόνιο ρίσκο.
Η στάση της Ελλάδας
Σε αυτό το θολό τοπίο και τα αχαρτογράφητα νερά, η ελληνική κυβέρνηση προτείνει ευρωπαϊκή ενότητα, ελεύθερο εμπόριο και win-win συμφωνίες.
Με τις προοπτικές να παραμένουν αβέβαιες, αφού τη δεδομένη χρονική στιγμή δεν μπορεί να προβλεφθεί αν ο Τραμπ «μπλοφάρει» ή έχει τη βούληση να υπαναχωρήσει από τις αρχικές του θέσεις, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης, από τη Βαρσοβία όπου βρέθηκε για τις συνεδριάσεις του Eurogroup και του Ecofin, υπογράμμισε την ανάγκη για αυτοσυγκράτηση, θεσμική συνέπεια και ευρωπαϊκή ενότητα, διατυπώνοντας τη θέση ότι «είμαστε πλήρως αφοσιωμένοι στη διερεύνηση μιας αμοιβαίας ωφέλιμης λύσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών, μιας αμοιβαίας επωφελούς εμπορικής συμφωνίας».
«Πρέπει να χτίζεις δεσμούς, όχι να βάζεις δασμούς», αναφέρει ο υπουργός, δίνοντας το στίγμα των ελληνικών θέσεων απέναντι στον εμπορικό πόλεμο που έχει ξεσπάσει. Σε αυτή τη συγκυρία, η Ελλάδα επαναφέρει στο προσκήνιο και τη δομική αδυναμία της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, όπως περιγράφεται στις εκθέσεις Nτράγκι και Λέτα. Με «εσωτερικούς δασμούς» σχεδόν 45% στη μεταποίηση και 110% στις υπηρεσίες, η Ευρώπη παραμένει ένας ημιτελής οικονομικός χώρος, όπως επισημαίνει ο υπουργός.
Η απάντηση, κατά την ελληνική πλευρά, δεν είναι μόνο η εξωτερική άμυνα έναντι των δασμών, αλλά και η εσωτερική ενδυνάμωση της ευρωπαϊκής οικο- νομικής συνοχής.
Η Ελλάδα, που πλησιάζει πλέον τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στις εξαγωγές (43% του ΑΕΠ), θέτει ως στόχο την περαιτέρω διείσδυση σε αγορές όπως η Ινδία και η Μέση Ανατολή, ενώ ταυτόχρονα επιδιώκει να έχει πιο ισχυρή φωνή στο ευρωπαϊκό τραπέζι των αποφάσεων.
Πάντως, σε κατάσταση αναμονής είναι όλοι σχεδόν οι εμπλεκόμενοι στο οικονομικό γίγνεσθαι της χώρας, καθώς αναμένουν τι μέλλει γενέσθαι στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη, χωρίς να μπορούν να κάνουν ασφαλείς προβλέψεις.
Η ανησυχία είναι δεδομένη, κυρίως για τις έμμεσες επιπτώσεις που μπορεί να έχουν οι εξελίξεις στην ελληνική οικονομία, που παραμένει ιδιαίτερα ανθεκτική στις διεθνείς αναταράξεις.
Οι εκτιμήσεις
Οπως δηλώνει στη Realnews ο πρόεδρος του ΚΕΠΕ και του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας, καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Παναγιώτης Λιαργκόβας, στο ενδεχόμενο να μην έχουν αίσιο αποτέλεσμα οι διαπραγματεύσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε., θα υπάρχουν δύο ειδών επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία, άμεσες και έμμεσες.
«Οι άμεσες επιπτώσεις περιλαμβάνουν ενδεχόμενη μείωση των ελληνικών εξαγωγών εξαιτίας της αυξημένης τιμής τους στην αγορά της Αμερικής. Ομως η επίπτωση αυτή δεν είναι σημαντική για την ελληνική οικονομία, καθώς το ποσοστό των εξαγωγών της Ελλάδας στις ΗΠΑ είναι μικρό, μόλις 4,8%. Μια άλλη άμεση επίπτωση είναι η ενδεχόμενη αναβολή ξένων επενδυτικών σχεδίων στη χώρα μας λόγω της αυξημένης αβεβαιότητας και του φόβου που επικρατεί. Τέλος, πιθανή είναι και η αύξηση των τιμών σε προϊόντα που παράγονται σε άλλες αγορές, π.χ. στην Κίνα, που θα προκύψει από την αναμόρφωση της τιμολογιακής στρατηγικής των επιχειρήσεων σε μια προσπάθεια άμβλυνσης των επιπτώσεων των δασμών στις εξαγωγές τους προς τις ΗΠΑ. Οι έμμεσες επιπτώσεις αφορούν την ενδεχόμενη εμφάνιση ύφεσης στις ΗΠΑ και στην Ε.Ε. Η εικόνα θα θυμίσει, σε αυτή την περίπτωση, το 2008. Υπάρχει όμως μία διαφορά: η ελληνική οικονομία, τόσο σε σχέση με το χρέος και τα δημόσια οικονομικά όσο και σε σχέση με τις τράπεζες, είναι πολύ πιο ανθεκτική σε σύγκριση με το παρελθόν, αλλά και σε σύγκριση με τις οικονομίες του πυρήνα της Ε.Ε.», υποστηρίζει ο καθηγητής.
Ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Εθνικής Τράπεζας και πρώην υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης σημειώνει ότι «θα επηρεαστούμε με βεβαιότητα. Η αβεβαιότητα είναι αυτή που θα κάνει τη μεγαλύτερη ζημιά. Με το διεθνές εμπόριο να συρρικνώνεται, οι επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία αναμένεται να είναι αρνητικές μεν, αλλά σημαντικά μικρότερου μεγέθους από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Οι άμεσες επιδράσεις αναμένονται περιορισμένες λόγω της σχετικά μικρής εξαγωγικής έκθεσης της ελληνικής οικονομίας στην αμερικανική (το 4% των εξαγωγών μας). Ωστόσο, η εξασθένηση της ανάπτυξης της ευρωζώνης, του κύριου εμπορικού εταίρου της χώρας μας, θα μπορούσε δευτερογενώς να περικόψει 0,2-0,3 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως από τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ στη διετία 2025-2026».