Αίτημα για ειδική συνάντηση προκειμένου να βρεθεί η χρυσή τομή στην επίλυση προβλημάτων, που αφορούν καθυστερήσεις στις εγκρίσεις της αρχαιολογίας, ζητά με επιστολή του από την Υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, ο πρόεδρος του ΤΕΕ/ΤΑΚ Γιώργος Ταβερναράκης σημειώνοντας: «Θα θέλαμε να εκφράσουμε την έντονη ανησυχία μας σχετικά με τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται στους ελέγχους και στις αδειοδοτήσεις των αρχαιολογικών υπηρεσιών σε έργα που αφορούν την περιοχή μας».
Η πρόσκληση απευθύνεται επίσης στην Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηρακλείου Βασιλική Συθιακάκη και στην Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λασιθίου Χρυσούλα Σοφιανού.
«Οι καθυστερήσεις αυτές έχουν ως αποτέλεσμα την παράλυση σημαντικών αναπτυξιακών έργων, την οικονομική ζημία για τους ιδιοκτήτες και τους επενδυτές, καθώς και την αβεβαιότητα που επικρατεί στους μηχανικούς και στους κατασκευαστές, οι οποίοι αναμένουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα την έγκριση των σχετικών αδειών. Το ζήτημα αυτό αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα εμπόδια στην ομαλή εξέλιξη των δημόσιων και ιδιωτικών έργων στην περιοχή της Κρήτης, και θεωρούμε απαραίτητο να βρεθεί μια βιώσιμη λύση», αναφέρει ο Πρόεδρος του ΤΕΕ/ΤΑΚ.
Ως εκ τούτου, με την ίδια επιστολή ο κ. Ταβερναράκης ζητά «τη σύγκληση μιας συνάντησης με τα μέλη της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΕ/ΤΑΚ, προκειμένου να συζητήσουμε από κοινού τις προκλήσεις και να διερευνήσουμε τρόπους βελτίωσης της διαδικασίας. Πιστεύουμε πως μια ανοιχτή συζήτηση μεταξύ των αρμόδιων αρχών και του Τεχνικού Επιμελητηρίου θα συμβάλει στην επίλυση αυτών των προβλημάτων και στην επιτάχυνση των διαδικασιών, χωρίς να θίγεται η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς».
Σύμφωνα με πληροφορίες η Διοικούσα του ΤΕΕ/ΤΑΚ με προγενέστερη επιστολή προς τις δύο Εφορίες Αρχαιοτήτων -Ηρακλείου και Λασιθίου- την οποία κοινοποίησε και στην Υπουργό Πολιτισμού, έχει υπογραμμίσει πως υπάρχει πρόβλημα το τελευταίο διάστημα από τις πρακτικές της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας κατά τη διαδικασία έγκρισης εκσκαφών και οικοδομικών έργων, οι οποίες και προκαλούν έντονη δυσφορία και αγανάκτηση στους μηχανικούς. Μάλιστα αναφερόταν πως η Αρχαιολογική Υπηρεσία έχει αυθαίρετα επεκτείνει τους μορφολογικούς ελέγχους και πέραν προβλεπόμενων ορίων. Ενώ τυπικά, η αρμοδιότητά της περιορίζεται σε περιοχές άμεσου ενδιαφέροντος, παρατηρείται ότι οι έλεγχοι επεκτείνονται σε μεγαλύτερες αποστάσεις κι αυτό γίνεται χωρίς να υπάρχει σαφής νομική βάση για τέτοια επεκτατική προσέγγιση.
Ασάφειες
Μάλιστα έφερνε ως παράδειγμα η επιστολή του ΤΕΕ/ΤΑΚ το Ηράκλειο και την περιοχή εντός και εκτός των Τειχών, σημειώνοντας πως για την έγκριση των σχετικών εργασιών από την Αρχαιολογία, ακόμα και σε κτίρια που βρίσκονται σε αποστάσεις πέραν του πρώτου οικοδομικού τετραγώνου από τα τείχη, απαιτείται η γνωμοδότηση του Τοπικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Η διαδικασία αυτή προκαλεί σημαντικές καθυστερήσεις, με τον χρόνο αναμονής να υπερβαίνει συχνά τους 8 μήνες. Η αδυναμία γρήγορης επίλυσης αυτών των ζητημάτων δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στους συναδέλφους, τόσο επαγγελματικά όσο και οικονομικά.
«Τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται από την Αρχαιολογία για τον έλεγχο των κτιρίων είναι συχνά υποκειμενικά και δεν βασίζονται σε σαφείς νομοθετικές προβλέψεις. Αυτή η αβεβαιότητα καθιστά δύσκολη την προβλεψιμότητα των αποτελεσμάτων των ελέγχων και ενισχύει την αίσθηση αυθαιρεσίας. Προσθέτως, υπάρχει και το παράδοξο όπου κτίρια που έχουν ήδη ελεγχθεί και εγκριθεί από το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής, επανελέγχονται από την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Αυτή η επανάληψη δημιουργεί περιττή γραφειοκρατία και καθυστερήσεις. Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι αδιαμφισβήτητης σημασίας, ωστόσο αυτό πρέπει να γίνεται με σεβασμό στις διαδικασίες και χωρίς να παραβιάζονται τα δικαιώματα των επαγγελματιών», αναφέρει.
Έτσι προκύπτει σύμφωνα με θεσμικούς φορείς και υπηρεσίες πως η Αρχαιολογική Υπηρεσία δρα καταχρηστικά και με τρόπους που δεν δικαιολογούνται από τις νομοθετικές της αρμοδιότητες. Η έλλειψη σαφών κριτηρίων και προδιαγραφών ελέγχου, σε συνδυασμό με τον απαράδεκτο χρόνο αναμονής, δημιουργούν τεράστια ταλαιπωρία στους μηχανικούς, που προσπαθούν να εξασφαλίσουν ακόμα και τις πιο απλές εγκρίσεις εκσκαφών.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΤΣΑΛΑΚΗΣ