Η Κρήτη αποτελεί την περιφέρεια που παρουσιάζει αύξηση σε πληθυσμιακά δεδομένα και αυτό οφείλεται κυρίως στην οικονομική δύναμη που της προσδίδει ο τουρισμός και στη συνέχεια ο πρωτογενής τομέας.
Αυτό προκύπτει από την εξαμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ για τις κοινωνικές και οικονομικές τάσεις στις ελληνικές περιφέρειες, που εκπονήθηκε με την υποστήριξη του Παρατηρητηρίου Περιφερειακών Πολιτικών (ΠΠΠ).
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός πως οι περιφέρειες που επιδεικνύουν τη μικρότερη πληθυσμιακή μείωση κατά την περίοδο 2010-2022 είναι εκείνες στην νησιωτική Ελλάδα, όπως η Κρήτη (αύξηση), το Νότιο (-1,54%) και Βόρειο Αιγαίο (-2,20%), αλλά και οι Ιόνιοι Νήσοι (-2,47%). Αντιθέτως, η ηπειρωτική Ελλάδα παρουσιάζει τα μεγαλύτερα ποσοστά μείωσης, με την Δυτική Μακεδονία να συρρικνώνεται κατά 11,34% την συγκεκριμένη δωδεκαετία.
Από τα παραπάνω δεδομένα προκύπτει ότι η τουριστική ανάπτυξη (Κρήτη, Κυκλάδες, Δωδεκάνησα) και η παρουσία μεταναστών (στο βόρειο Αιγαίο), καθιστούν το νησιωτικό χώρο του Αιγαίου ως κυρίαρχο στην διατήρηση του πληθυσμού στον ελλαδικό χώρο. Επί της ουσίας προκύπτει πως μόνο ο τουρισμός αποτελεί αναπτυξιακό μοχλό για την ελληνική περιφέρεια και συγκρατεί τον πληθυσμό όπου υφίσταται, γιατί προσφέρει θέσεις εργασίας και δυνατότητα επιβίωσης σε όποιον ζει σε μια τουριστική περιοχή.
Στην Αττική, ο πληθυσμός αυξήθηκε από 3.533.023 άτομα το 1990 σε
3.806.550 άτομα το 2022, φτάνοντας στο μέγιστο επίπεδο το 2010 (περίπου 4 εκατομμύρια άτομα). Ο πληθυσμός παρουσίασε σταθερή αύξηση κατά τη διάρκεια της περιόδου 1990-2010, με μείωση μικρότερη από αυτήν που παρατηρείται σε εθνικό επίπεδο μεταξύ 2010 και 2022 (-4,9%).
Στην Κεντρική Μακεδονία, παρατηρούμε μικρότερες πληθυσμιακές διακυμάνσεις. Παρ’ όλα αυτά, κατά την περίοδο 2010-2022 ο πληθυσμός της περιφέρειας μειώθηκε κατά 6,81%, σχεδόν μία μονάδα περισσότερο από την μείωση που καταγράφηκε σε εθνικό επίπεδο.
Αυξάνονται οι γυναίκες στην Κρήτη
Παράλληλα με την περιφερειακή πληθυσμιακή εξέλιξη στο σύνολό της, σημαντική είναι και η ανάδειξη της διάστασης του φύλου και της ηλικίας. Μια σχετικά ίση κατανομή ανδρών και γυναικών ανά γεωγραφικό επίπεδο είναι σημαντική για την κοινωνική ισορροπία, τη μείωση των ανισοτήτων, αλλά και την πληθυσμιακή εξέλιξη. Διαφορετικοί ρυθμοί μείωσης μπορούν να υποδείξουν τη σημασία ανάδειξης ίσων ευκαιριών εργασίας ανάμεσα στα δύο φύλα, αλλά και κινήτρων για την δημιουργία οικογένειας.
Την περίοδο 1990-2010, οι γυναίκες στη Θεσσαλία μειώθηκαν κατά 0,11%, ενώ οι άνδρες αυξήθηκαν κατά σχεδόν 0,65%. Στον αντίποδα, στην Πελοπόννησο, οι άνδρες μειώθηκαν κατά περίπου 0,35%, ενώ ο αριθμός των γυναικών αυξήθηκε κατά 1,7%.
Την περίοδο όμως αυτή, σε όλες τις υπόλοιπες περιφέρειες υπήρχε μια αυξητική τάση (ιδιαίτερα στην Κρήτη και στο Νότιο Αιγαίο). Την περίοδο 2010-2022, μόνο ο αριθμός των γυναικών στην Κρήτη έδειξε αυξητική τάση, ενώ στο Βόρειο Αιγαίο, και στην Δυτική Ελλάδα, ο αριθμός των γυναικών μειώθηκε περισσότερο από αυτόν των ανδρών. Ωστόσο, η τάση της μείωσης ανά φύλο δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες διακυμάνσεις, με αποτέλεσμα να μην προβλέπονται στρεβλώσεις ως απόρροια της άνισης κατανομής των δύο φύλων στον πληθυσμό των επιμέρους περιφερειών.
Η Ελλάδα γερνάει γρήγορα
Η εξέταση των τάσεων ανά ηλικιακή ομάδα του πληθυσμού, αναδεικνύει τις σημαντικότατες προκλήσεις σε όρους δημογραφικής γήρανσης. Η τελευταία είναι εμφανής σε όλες τις διοικητικές περιφέρειες. Σε συνδυασμό με τη μείωση των μικρότερων ηλικιακά ομάδων, που επίσης παρατηρείται σε όλες τις περιφέρειες της Ελλάδας, το ζήτημα του δημογραφικού φαίνεται να θέτει σημαντικές κοινωνικές και δημοσιονομικές προκλήσεις για την Ελλάδα.
Ως άμεσο αποτέλεσμα της πληθυσμιακής γήρανσης, παρατηρείται επίσης και μια εν γένει αρνητική τάση στην εξέλιξη του ποσοστού των ατόμων παραγωγικής ηλικίας, η οποία αποτελεί και το μείζον ζήτημα σε όρους συμμετοχής στην αγορά εργασίας και δημοσιονομικών εσόδων.
Ούτε η Κρήτη έχει πολλά παιδιά
Παρά το γεγονός πως η Κρήτη διατηρεί πρωτιές σε όλα τα ποιοτικά στοιχεία, δεν αποτελεί εξαίρεση σε σχέση με τις άλλες περιφέρειες στις μικρές ηλικίες, παρ’ ότι κινείται ικανοποιητικά στις ηλικίες 25 – 64. Συνεπώς δεν υπάρχουν νέες γεννήσεις σε επίπεδο που να ικανοποιεί.
Ειδικά στις περιφέρειες Αττικής και Δυτικής Μακεδονίας, παρατηρούμε σημαντική μείωση του ποσοστού των ατόμων παραγωγικής ηλικίας, που ξεκίνησε την δεκαετία του 2010, και συνέχισε κατά την διάρκεια της κρίσης χρέους.
Χαρακτηριστική επίσης, είναι η ανάδειξη της γηραιότερης ηλικιακής ομάδας στη δεύτερη πολυπληθέστερη ομάδα σε όλες τις περιφέρειες της χώρας. Στις περισσότερες περιπτώσεις, με εξαίρεση το Βόρειο Αιγαίο, τις Ιόνιες Νήσους και την Πελοπόννησο, το 1990, η μικρότερη ηλικιακή ομάδα ήταν η δεύτερη πολυπληθέστερη. Αυτή η αντιστροφή της σχέσης μεταξύ της γηραιότερης και νεότερης ηλικιακής ομάδας που παρατηρείται, αποτελεί ακόμη ένα σημείο έντονου προβληματισμού ως προς τη μελλοντική πληθυσμιακή εξέλιξη, καθώς οι τάσεις αυτές φαίνονται να ξεκινούν σχεδόν 20 έτη νωρίτερα.
Η μετανάστευση
Σε συνάρτηση με την συνολική εξέλιξη του πληθυσμού, αλλά και τη γήρανσή του, αναδεικνύεται ως ιδιαίτερης σημασίας το ζήτημα της μετανάστευσης.
Η αύξηση των γεννήσεων αναδεικνύεται ως το δεύτερο κομβικό σημείο για την επίτευξη οικονομικής ανάπτυξης μέσω της ενίσχυσης του εργατικού δυναμικού. Αυτή όμως έχει πιο μακροχρόνιο ορίζοντα σε σχέση με τη μετανάστευση.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΤΣΑΛΑΚΗΣ